Έρβιν Πανόφσκι
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Έρβιν Πανόφσκι (Erwin Panofsky, Ανόβερο, 30 Μαρτίου 1892 - Πρίνστον, 14 Μαρτίου 1968) ήταν διακεκριμένος Γερμανός ιστορικός τέχνης, γνωστός κυρίως για το έργο του πάνω στη μεσαιωνική και αναγεννησιακή τέχνη και τη συνεισφορά του στην εικονολογία. Ξεκίνησε σπουδές νομικής στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, σύντομα όμως στράφηκε στην ιστορία της Τέχνης. Η διδακτορική του διατριβή είχε ως θέμα τη συσχέτιση του έργου του Άλμπρεχτ Ντύρερ με την ιταλική σχολή. Το 1926 διορίστηκε τακτικός καθηγητής ιστορίας της τέχνης στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου έχοντας νωρίτερα ολοκληρώσει υφηγεσία με θέμα τον Μιχαήλ Άγγελο.[15]
Το 1934 μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου αργότερα απέκτησε και την αμερικανική υπηκοότητα και διορίστηκε καθηγητής στο Πρίνστον και στο Χάρβαρντ. Το 1939 δημοσίευσε τις Μελέτες Εικονολογίας (πρωτότυπος τίτλος Studies in Iconology: Humanist Themes in the Art of the Renaissance) όπου αναλύει τη διάκριση μεταξύ εικονογραφίας και εικονολογίας. Κατά τον Πανόφσκι, η πρώτη διασαφηνίζει το θέμα ενός έργου τέχνης με αναφορά σε λογοτεχνικές και άλλες πηγές, ενώ η δεύτερη στοχεύει στην ερμηνεία της σύνθεσης, στην ανάλυση των συμβολισμών και του νοήματος του έργου, μελετώντας συνολικά το πολιστικό και πνευματικό υπόβαθρο που το γεννά. Ειδικότερα, ο Πανόφκσι σκιαγραφεί τρία στάδια της μεθόδου του: την λεγόμενη προ-εικονογραφική περιγραφή που περιγράφει σε πρώτο επίπεδο τα δεδομένα της σύνθεσης, την εικονογραφική ανάλυση και την εικονολογική ερμηνεία.
Το έργο του για την πρώιμη φλαμανδική ζωγραφική (Early Netherlandish Painting) ξεχωρίζει για την λεπτομερή εικονογραφική του ανάλυση, εστιάζοντας στη σταδιακή ενσωμάτωση των χριστιανικών συμβόλων στη ρεαλιστική απεικόνιση του κόσμου[16].