Δανία–Νορβηγία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Δανία–Νορβηγία (δανικά και νορβηγικά: Danmark–Norge), γνωστή και ως Δανο-Νορβηγικό Βασίλειο, Μοναρχία του Όλντενμπουργκ, ή βασίλεια του Όλντενμπουργκ, ήταν μια πολυεθνική και πολύγλωσση πραγματική ένωση των πρώιμων νεότερων χρόνων, που αποτελείτο από το Βασίλειο της Δανίας, το Βασίλειο της Νορβηγίας (συμπεριλαμβανομένων των Νορβηγικών υπερπόντιων κτήσεων: των Νήσων Φερόες, της Ισλανδίας, της Γροιλανδίας κ.λπ.), το Δουκάτο του Σλέσβιχ και το Δουκάτο του Χόλσταϊν. Το κράτος διεκδικούσε επίσης κυριαρχία επί δύο ιστορικών λαών: των Βενδών και των Γούτων (εθνώνυμο σχετικό με τους Γότθους). Η Δανία-Νορβηγία είχε αρκετές αποικίες, συγκεκριμένα τη Δανική Χρυσή Ακτή, τα Νησιά Νικομπάρ, τη Σεραμπούρ, το Ταρανγκαμπάντι και οι Δανικές Δυτικές Ινδίες.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Δανία–Νορβηγία Danmark–Norge | ||||||
Προσωπική ένωση | ||||||
| ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
| ||||||
Χάρτης της Δανίας-Νορβηγίας, 1780 | ||||||
Πρωτεύουσα | Κοπεγχάγη | |||||
Γλώσσες | Δανικά, Νορβηγικά, Γερμανικά, Ισλανδικά, Φεροϊκά, Σάμι, Γροιλανδικά | |||||
Θρησκεία | Λουθηρανισμός | |||||
Πολιτική δομή | Προσωπική ένωση | |||||
Ιστορία | ||||||
- | Ίδρυση | |||||
- | Ο Γουσταύος Α΄ εκλέγεται βασιλιάς της Σουηδίας | 6 Ιουνίου 1523 | ||||
- | Ένωση του Κάλμαρ | 1523 | ||||
- | Συνθήκη του Κιέλου | 14 Ιανουαρίου 1814 | ||||
- | Συνέδριο της Βιέννης | 1814-1815 | ||||
Πληθυσμός | ||||||
- | 1645 εκτ. | 1,315,000 | ||||
- | 1801 εκτ. | 1,859,000 | ||||
Οι κάτοικοι του κράτους ήταν κυρίως Δανοί, Νορβηγοί και Γερμανοί, ενώ περιλάμβανε επίσης Φεροέζους, Ισλανδούς και Ινουίτ στις Νορβηγικές υπερπόντιες κτήσεις, μια μειονότητα Σαάμι στη βόρεια Νορβηγία, καθώς και αυτόχθονες πληθυσμούς και υποδουλωμένους Αφρικανούς στις αποικίες. Οι κύριες πόλεις της Δανίας-Νορβηγίας ήταν η Κοπεγχάγη, η Χριστιανία (Όσλο), η Aλτόνα, το Μπέργκεν και το Τρόντχαϊμ, ενώ οι κύριες επίσημες γλώσσες ήταν η Δανική και η Γερμανική, αλλά ομιλούνταν επίσης τοπικά η Νορβηγική, η Ισλανδική, η Φεροϊκή, η Σάμι και η Γροιλανδική.[1][2]
Το 1380 ο Όλαφ Β΄ της Δανίας κληρονόμησε το Βασίλειο της Νορβηγίας, με τον τίτλο Όλαφ Δ΄, μετά το θάνατο του πατέρα του Χάακον ΣΤ΄ της Νορβηγίας, παντρεμένου με τη μητέρα του Όλαφ Μαργαρίτα Α΄. Η Μαργαρίτα Α΄ κυβέρνησε τη Νορβηγίας από το θάνατο του γιου της το 1387 μέχρι το θάνατό της το 1412. Η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία συγκρότησαν την Ένωση του Κάλμαρ το 1397. Μετά την αποχώρηση της Σουηδίας το 1523 η ένωση ουσιαστικά διαλύθηκε. Το 1536/1537 η Δανία και η Νορβηγία σχημάτισαν μια προσωπική ένωση, που τελικά μετεξελίχθηκε στο ολοκληρωμένο κράτος του 1660 που ονομάζεται Δανία-Νορβηγία από τους σύγχρονους ιστορικούς, και που τότε μερικές φορές αναφερόταν ως «Δίδυμα Βασίλεια», «η Μοναρχία» ή απλά «Η Αυτού Μεγαλειότητα». Πριν από το 1660 η Δανία-Νορβηγία ήταν de jure μια συνταγματική και εκλεκτική μοναρχία, στην οποία η εξουσία του βασιλιά ήταν κάπως περιορισμένη, αλλά από το έτος αυτό έγινε μια από τις πιο αυστηρές απόλυτες μοναρχίες στην Ευρώπη. Ακόμη, μετά το 1660, η Δανία-Νορβηγία απαρτιζόταν από τρία τυπικά χωριστά μέρη και η Νορβηγία διατηρούσε τους ξεχωριστούς νόμους της και ορισμένα θεσμικά όργανα και ξεχωριστό νομισματικό σύστημα και στρατό.
Η Δανο-Νορβηγική ένωση διήρκεσε μέχρι το 1814 [3][4] όταν η Συνθήκη του Κιέλου όρισε την παραχώρηση στη Σουηδία της Νορβηγίας (εκτός από τις Νήσους Φερόες, την Ισλανδία και τη Γροιλανδία). Η συνθήκη όμως δεν αναγνωρίστηκε από τη Νορβηγία, που αντιστάθηκε επιτυχώς κατά το Σουηδονορβηγικό πόλεμο του 1814. Μετά από αυτό η Νορβηγία συμμετείχε σε μια πολύ πιο χαλαρή προσωπική ένωση με τη Σουηδία ως ένα από δύο ίσα βασίλεια μέχρι το 1905, όταν η ένωση διαλύθηκε και τα δύο βασίλεια έγιναν ανεξάρτητα.