Συνώνυμο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Γενικά με τον αρχαίο ελληνικό και σήμερα διεθνή χαρακτηρισμό συνώνυμα ή συνώνυμες λέξεις, (σύνθετη λέξη: συν + όνομα), φέρονται εκείνες που είναι μεν διαφορετικές μεταξύ τους πλην όμως παρουσιάζουν την ίδια περίπου σημασία σε αντιδιαστολή με τα ταυτόσημα ή ταυτόσημες λέξεις που φέρονται με την ίδια εντελώς σημασία.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Τα συνώνυμα απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή διότι μπορεί να εκφράζουν το ίδιο νόημα πλην όμως με κάποιες διαφορές χρηστικές π.χ. άγω και φέρω. όπου η μητέρα φέρει στην αγκαλιά το παιδί της, αλλ' όμως δεν το άγει, ή ο στρατηγός άγει το στρατό και δεν το φέρει. Συνώνυμες λέξεις μπορεί να είναι διάφορα μέρη του λόγου όπως ουσιαστικά, επίθετα, ρήματα, κ.λπ. π.χ. ακούω - αφουγκράζομαι, άγω - φέρω, βλέπω - παρατηρώ - αγναντεύω, ξημέρωμα - χάραμα, κ.λπ., ή μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής όπως θύρα - πόρτα , δίχως - χωρίς κ.λπ.
Συνώνυμες λέξεις παρατηρούνται σ΄ όλες τις γλώσσες του κόσμου. Αιτίες δημιουργίας τους κατά τους γλωσσολόγους των οποίων αποτελεί αντικείμενο έρευνας είναι:
- Νεότερη δημιουργία λέξης σαφέστερη και εκφραστικότερη,
- Σημασιολογική σύμπτωση νεότερης με παλαιότερη λέξη
- Πολιτογράφηση ξένης λέξης ή άλλης εγχώριας διαλέκτου, (π.χ. ευχαριστώ - μερσί, εντάξει - οκέι).
Συνέπεια αυτών είναι να δημιουργείται ένας τεράστιος πλούτος συνωνύμων λέξεων ανάλογα με τον πλούτο της γλώσσας που απαντάται, για παράδειγμα στη νεοελληνική το ξυλοκόπημα κάποιου μπορεί ν' αναφερθεί ως: τον βάρεσε, ή τον χτύπησε, ή τον έδειρε, ή τον ξυλοφόρτωσε, ή τον μπαγλάρωσε, ή τον τσάκισε, ή τον έλιωσε, ή τον πέθανε, ή τον σάπισε στο ξύλο, κ.λπ.
Τέλος τα συνώνυμα επειδή μπορεί ν' αποτελούν ιδιαίτερο πρόβλημα, στη διπλωματία και στους μεταφραστές αποφεύγονται, κάνοντας χρήση των βασικότερων κατ' έννοια λέξεων.