Δηνάριο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το δηνάριο, λατιν. denarius, ήταν ένα σταθερό Ρωμαϊκό αργυρό νόμισμα από την εισαγωγή του κατά τον Β΄ Εμφύλιο Πόλεμο περί το 211 π.Χ. ως τη βασιλεία του Γορδιανού Γ΄ (βασ. 238 μ.Χ.-244), οπότε αντικαταστάθηκε βαθμιαία από τον αντωνιανό. Συνέχισε να κόβεται σε πολύ μικρές ποσότητες, πιθανά για χρήση σε τελετές, ως και κατά τη διάρκεια της Τετραρχίας (293-313).
Η λέξη δηνάριο προέρχεται από τη λατινική λέξη dēnī, που σημαίνει "περιέχει δέκα", καθώς η αξία του ήταν 10 ασσάρια (assēs). Σε πολλές γλώσσες, λέξεις που προέρχονται από το δηνάριο, σημαίνουν "χρήμα", πρβλ. ιταλ. denaro, πορτογαλ. dinheiro, ισπαν. dinero. To δηνάριο επιζεί στο νόμισμα dinar πολλών ισλαμικών χωρών.