Χορεομανία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η χορεομανία ήταν φυσιοκοινωνιολογικό φαινόμενο το οποίο παρατηρήθηκε στην βόρεια και κεντρική Ευρώπη κυρίως μεταξύ του 14ου και του 17ου αιώνα, όπου ομάδες ανθρώπων, οι οποίες μερικές φορές αριθμούσαν έως και χιλιάδες, ξαφνικά άρχιζαν να χορεύουν με αλλοπρόσαλλο τρόπο έως ότου καταρρεύσουν από εξάντληση. Άλλες ονομασίες με τις οποίες το φαινόμενο αυτό έγινε γνωστό ήταν χορευτική μανία, καθώς και χορός του Αγίου Βίτου ή/και ο χορός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, ενώ στην Ιταλία το εκεί παρόμοιο φαινόμενο έγινε γνωστό ως ταραντισμός.
Μια από τις πρώτες περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκε σε ευρεία έκταση ήταν στο Άαχεν της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1374, και κατόπιν εξαπλώθηκε ραγδαία σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η εμφάνιση του στην επίσης γερμανική πόλη του Στρασβούργου το 1518. Καθώς το φαινόμενο εμφανίζονταν για αρκετούς αιώνες και επηρέασε χιλιάδες ανθρώπους, υπήρξε αναλυτική καταγραφή των συμπτωμάτων σε μελέτες της εποχής. Παρόλα αυτά τα αίτια του δεν έγιναν ποτέ πλήρως κατανοητά, ενώ οι όποιες θεραπείες βασίζονταν σε εικασίες. Μια από τις προσπάθειες κατευνασμού του φαινομένου ήταν η τοποθέτηση μουσικών δίπλα από τους ανθρώπους που χορεύανε έτσι ώστε να μετριάσουν τις συνέπειες της μανίας, όμως η τακτική αυτή μερικές φορές έκανε περισσότερη ζημιά καθώς ενθάρρυνε περισσότερους να συμμετέχουν στον χορό.
Δεν υπάρχει κοινή άποψη μεταξύ των συγχρόνων μελετητών για το ποια ήταν η αιτία της χορεομανίας.[1]Υπήρξαν διάφορες θεωρίες οι οποίες έκαναν λόγο για θρησκευτικές αιρέσεις πίσω από τις ομάδες ανθρώπων που χορεύανε με τον χορό να αποτελεί τρόπο χαλάρωσης και ευδαιμονίας. Έχει επίσης γίνει η εικασία πως πρόκειται για φαινόμενο μαζικής υστερίας, όπου τα φυσικά συμπτώματα μεταξύ ανθρώπων μεταδίδονται και στην υπόλοιπη ομάδα ως είδος κοινωνικής επιρροής.[1]