Σκάνδαλο της κασέτας
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το σκάνδαλο της κασέτας (ουκρ: Касетний скандал, ή Kuchmagate) ήταν ένα ουκρανικό πολιτικό σκάνδαλο που ξέσπασε στις 28 Νοεμβρίου του 2000 στο οποίο ο Ουκρανός πρόεδρος Λεονίντ Κούτσμα πιάστηκε (σε ψηφιακή καταγραφή)[1] να δίνει εντολή για την απαγωγή του δημοσιογράφου Γκεόργκι Γκονγκάντζε, του οποίου το αποκεφαλισμένο πτώμα είχε πρόσφατα βρεθεί. Το σκάνδαλο ήταν ένα από τα κύρια πολιτικά γεγονότα στην ιστορία της Ουκρανίας μετά την ανεξαρτησία που επηρέασε δραματικά την εσωτερική και εξωτερική πολιτική σκηνή της χώρας και ζημίωσε την καριέρα του Κούτσμα.[1][2]
Αυτό το λήμματα χρειάζεται περισσότερους συνδέσμους προς άλλα λήμματα για να ενσωματωθεί στην εγκυκλοπαίδεια. |
Το σκάνδαλο ξέσπασε όταν ο Ουκρανός πολιτικός Ολεξάντρ Μορόζ κατηγόρησε δημόσια τον Πρόεδρο Κούτσμα για συμμετοχή στην απαγωγή του δημοσιογράφου Γκεόργκι Γκονγκάντζε και για πολλά άλλα εγκλήματα. Ο Μορόζ κατονόμασε ως πηγή του τον πρώην σωματοφύλακα του Κούτσμα, ταγματάρχη Μικόλα Μελνιτσένκο. Έπαιξε επιλεγμένες ηχογραφήσεις από τις μυστικές συνομιλίες του Προέδρου για δημοσιογράφους, που υποτίθεται ότι επιβεβαίωναν την εντολή του Κούτσμα να απαγάγει τον Γκονγκάντζε. Αυτή και εκατοντάδες άλλες συνομιλίες δημοσιεύθηκαν αργότερα στο παγκόσμιο κοινό από τον Μελνιτσένκο.[2]
Το πλήρες αρχείο των ηχογραφήσεων του Μελνιτσένκο είχε παραδοθεί από μια ερευνητική επιτροπή του ουκρανικού κοινοβουλίου στο Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου στη Βιέννη για ανάλυση.[2] Το υλικό της καταγραφής αποδείχθηκε αυθεντικό.[3] Τον Ιανουάριο του 2005 ο Κούτσμα αποχώρησε από το αξίωμα,[3] ενώ το ίδιο έτος δύο πρώην αστυνομικοί ομολόγησαν την ενοχή τους για τη δολοφονία του δημοσιογράφου.[4] Τον Μάρτιο του 2011 ο Κούτσμα κατηγορήθηκε για κατάχρηση εξουσίας σε σχέση με τη δολοφονία του Γκονγκάτζε, αλλά η υπόθεση αποσύρθηκε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, όταν ένας δικαστής έκρινε ότι οι ενοχοποιητικές ηχογραφήσεις που έγιναν από τον πρώην σωματοφύλακα του Κούτσμα δεν ήταν αποδεκτές ως αποδεικτικά στοιχεία.[3]