Ρονίν
From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι rōnin («γυρολόγοι» ή «περιπλανώμενοι»)[1] [2] ήταν αδέσποτοι σαμουράι, χωρίς κύριο ή αφέντη, κατά τη διάρκεια της φεουδαρχικής περιόδου (1185-1868) της Ιαπωνίας. Ένας σαμουράι γινόταν α-δέσποτος μετά τον θάνατο του κυρίου του ή μετά την απώλεια της εύνοιας ή του προνομίου του αφέντη του.[3]
Στη σύγχρονη ιαπωνική του χρήση, μερικές φορές ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν μισθωτό υπάλληλο που είναι άνεργος ή έναν απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που δεν έχει ακόμη εισαχθεί στο πανεπιστήμιο.