Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηνική Κοινοπολιτεία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηνική Κοινοπολιτεία (πολωνικά: Rzeczpospolita Trojga Narodów, κ. γρ. Δημοκρατία των Τριών Εθνών, λιθουανικά: Trijų Tautų Respublika, ουκρανικά: Річ Посполита Трьох Народів) ήταν προτεινόμενο ευρωπαϊκό κράτος τον 17ο αιώνα, το οποίο θα είχε αντικαταστήσει την υπάρχουσα Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, αλλά στην πραγματικότητα δεν σχηματίστηκε ποτέ.
Ένας τρόπος για την ίδρυση ενός Μεγάλου Δουκάτου της Ρουθηνίας ήταν υπό σκέψη από τον Ουκρανό Χετμάνο Μπογκντάν Χμελνίτσκι σε διάφορες εποχές,[1] ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Ζαπορίζιων Κοζάκων του 1648, ενάντια στην πολωνική κυριαρχία στα κυρίως ουκρανικά εδάφη (βλ. Εξέγερση του Χμελνίτσκι). Ένα τέτοιο ρουθηνικό δουκάτο, όπως προτάθηκε στη Συνθήκη του Χάντιατς του 1658, θα ήταν πλήρες μέλος της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, η οποία θα είχε γίνει έτσι μια τριμερής Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηναϊκή Κοινοπολιτεία. Τον Μάιο του 1659, το Σέιμ της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας επικύρωσε τη συνθήκη με ένα τροποποιημένο κείμενο. Το σχέδιο, όπως οραματίστηκε ο Γιούρι Νεμίριτς, θα είχε εξευγενίσει μια μερίδα των Κοζάκων, που θα διοικούσαν στη συνέχεια το Μεγάλο Πριγκιπάτο της Ρουθηνίας (1658). Ο Χετμάνος Ιβάν Βιχόφσκι δεν μπορούσε να κάνει αρκετούς Κοζάκους να συμφωνήσουν να διατηρήσουν την Εκκλησία των Ουνιτών, την οποία η Καθολική Εκκλησία αρνήθηκε να εκκαθαρίσει, αλλά πολλοί Κοζάκοι ήταν σθεναρά αντίθετοι με την ιδέα.[2]
Το σχέδιο σήμαινε την ακύρωση των διευθετήσεων της Συμφωνίας του Περεϊάσλαβ και ως εκ τούτου ανανέωσε τις εχθροπραξίες μεταξύ της Κοινοπολιτείας και του Βασιλείου της Ρωσίας.[1]
Η ιδέα ενός Ρουθηνικού Δουκάτου εντός της Κοινοπολιτείας εγκαταλείφθηκε εντελώς το 1659 μετά τη δεύτερη Συμφωνία.[1][3] Ο Καναδός ιστορικός Πολ Ρόμπερτ Μαγκότσι, πιστεύει ότι αυτό συνέβη λόγω των διαιρέσεων μεταξύ των Κοζάκων και της ρωσικής εισβολής. Ωστόσο, αυτά τα γεγονότα ήταν πολύ προγενέστερα από την υπογραφή της Συνθήκης του Χάντιατς. Η Ρωσίδα ιστορικός Ταϊρόβα Γιακόβλεβα θεωρεί την αντίσταση της πολωνικής κοινωνίας και την παπική πίεση ως τους λόγους για την αποτυχία της επικύρωσης.
Η ιδέα μιας Πολωνικής-Λιθουανικής-Ρουθηνικής Κοινοπολιτείας αναβίωσε κατά τη διάρκεια της Ιανουαριανής Εξέγερσης, όταν μια πατριωτική διαδήλωση έλαβε χώρα στο Χορόντουο το 1861. Η λεγόμενη Δεύτερη Ένωση του Χορόντουο ανακοινώθηκε εκεί από τη σλάχτα του Βασιλείου της Πολωνίας, του πρώην Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας, της Βολυνίας και της Ποδολίας. Η Νέα Κοινοπολιτεία, βασισμένη στη Δεύτερη Ένωση του Χορόντουο, επρόκειτο να βασιστεί στα τρία έθνη και το προτεινόμενο εθνόσημό της περιελάμβανε τον Πολωνικό Αετό, τη Λιθουανική Παχόνια και τον προστάτη άγιο της Ρουθηνίας, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.