Παπική βούλα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η παπική απόφαση, είναι ένας τύπος δημόσιου διατάγματος, απονομής τίτλου ή καταστατικού που εκδίδεται από έναν πάπα της Καθολικής Εκκλησίας. Πήρε το όνομά του από τη μολυβένια σφραγίδα (bulla), που παραδοσιακά προσαρτάτο στο άκρο για να επικυρωθεί η γνησιότητά της.
Οι παπικές βούλες χρησιμοποιούνται τουλάχιστον από τον 6ο αι., αλλά η φράση χρησιμοποιήθηκε μόλις στα τέλη του 13ου αι., και στη συνέχεια μόνο εσωτερικά για ανεπίσημους διοικητικούς σκοπούς. Ωστόσο έγινε επίσημο από τον 15ο αι., όταν ένα από τα γραφεία της Αποστολικής Καγκελαρίας ονομάστηκε «μητρώο βουλών» («registrum bullarum»).[1]
Με την άνοδο του Πάπα Λέοντα Θ΄ το 1048, αναπτύχθηκε μία σαφής διάκριση μεταξύ δύο τάξεων βουλών μεγαλύτερης και λιγότερο σοβαρής. Η πλειονότητα των «μεγάλων βουλών» που υπάρχουν στην εποχή του, έχουν χαρακτήρα επιβεβαιώσεων περιουσίας ή καταστατικά προστασίας, που παρέχονται σε μοναστήρια και θρησκευτικά ιδρύματα. Σε μία εποχή που υπήρχε μεγάλη παραγωγή τέτοιων εγγράφων, εκείνοι που προμηθεύονταν βούλες από τη Ρώμη, ήθελαν να διασφαλίσουν ότι η αυθεντικότητα ης βούλας τους ήταν υπεράνω υποψίας. Μία παπική επιβεβαίωση, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επαρκής απόδειξη του τίτλου, σε περιπτώσεις όπου η αρχική πράξη είχε χαθεί ή καταστραφεί.[1]
Από τον 12ο αι., οι παπικές βούλες έφεραν μία μολύβδινη σφραγίδα με τα κεφάλια των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στη μία πλευρά και το όνομα του πάπα στην άλλη. Οι παπικές βούλες είχαν εκδοθεί αρχικά από τον πάπα για πολλά είδη επικοινωνίας δημόσιας φύσης, αλλά μέχρι τον 13ο αι. οι παπικές βούλες χρησιμοποιούντο μόνο για τις πιο επίσημες ή σοβαρές περιπτώσεις.[2] Ο πάπυρος φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε σχεδόν ομοιόμορφα ως υλικό για αυτά τα έγγραφα μέχρι τα πρώτα χρόνια του 11ου αι., μετά τον οποίο γρήγορα αντικαταστάθηκε από ένα τραχύ είδος περγαμηνής.[1]
Οι σύγχρονοι μελετητές έχουν χρησιμοποιήσει αναδρομικά τη λέξη «βούλα», για να περιγράψουν κάθε περίτεχνο παπικό έγγραφο, που εκδίδεται με τη μορφή διατάγματος ή προνομίου, επίσημου ή απλού, και σε ορισμένα λιγότερο περίτεχνα που εκδόθηκαν με τη μορφή επιστολής. Πιο απλά το όνομα χρησιμοποιείται για κάθε παπικό έγγραφο, που περιέχει μεταλλική σφραγίδα.
Σήμερα η βούλα είναι η μόνη γραπτή ανακοίνωση, στην οποία ο πάπας αναφέρεται στον εαυτό του ως «Επίσκοπος, Υπηρέτης των Υπηρετών του Θεού» (Episcopus Servus Servorum Dei).[3]
Ενώ οι παπικές βούλες έφεραν πάντα μία μεταλλική σφραγίδα, τώρα το κάνουν μόνο στις πιο επίσημες περιπτώσεις. Η παπική βούλα είναι σήμερα ο πιο επίσημος τύπος δημόσιου διατάγματος ή απονομής τίτλου, που εκδίδεται από την Καγκελαρία του Βατικανού στο όνομα του πάπα.