Μονομαχία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Μονομαχία είναι μια προγραμματισμένη μάχη μεταξύ δύο ατόμων με το ίδιο όπλο.
Τον 17ο και τον 18ο αι. (και νωρίτερα), οι μονομαχίες γίνονταν κυρίως με σπαθιά, αλλά ξεκινώντας από τα τέλη του 18ου αι. στην Αγγλία, οι μονομαχίες γίνονταν συχνότερα με πιστόλια. Η ξιφασκία και η σκοποβολή συνέχισαν να συνυπάρχουν όλον τον 19ο αι.
Η μονομαχία βασιζόταν σε έναν κώδικα τιμής. Οι μονομαχίες δεν γίνονταν για να θανατωθεί ο αντίπαλος, αλλά για να δοθεί «ικανοποίηση», δηλαδή για να αποκατασταθεί η τιμή κάποιου που είχε τη διάθεση να ρισκάρει τη ζωή του για αυτό. Ως εκ τούτου, η παράδοση της μονομαχίας προοριζόταν για τους αρσενικούς ευγενείς. Ωστόσο, στη σύγχρονη εποχή, επεκτάθηκε και σε εκείνες των ανώτερων τάξεων. Κατά καιρούς είχαν γίνει και μονομαχίες με ξίφη ή πιστόλια μεταξύ γυναικών.[1][2]
Η νομοθεσία κατά της μονομαχίας χρονολογείται από τη μεσαιωνική περίοδο. Η Τέταρτη Σύνοδος του Λατερανού (1215) απαγόρευσε τις μονομαχίες[3] και η αστική νομοθεσία στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά της μονομαχίας ψηφίστηκε στον απόηχο του Τριακονταετούς Πολέμου.[4] Από τις αρχές του 17ου αι., οι μονομαχίες έγιναν παράνομες στις χώρες όπου συνηθίζονταν. Οι μονομαχίες έπεσαν σε μεγάλο βαθμό σε δυσμένεια στην Αγγλία στα μέσα του 19ου αι. και στην ηπειρωτική Ευρώπη στις αρχές του 20ού αι. Οι μονομαχίες μειώθηκαν στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες τον 19ο αι. και μέχρι την εποχή του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, οι μονομαχίες είχαν αρχίσει να εξασθενούν ακόμη και στον Νότο.[5] Η κοινή γνώμη, και όχι η νομοθεσία, προκάλεσε την αλλαγή.[5]