Μάχη της Φορίνο
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Μάχη της Φορίνο διεξήχθη το 663 στο χωριό Φορίνο μεταξύ του Βυζαντινού στρατού υπό τον στρατηγό Σαμπούρο και του στρατού του Λομβαρδικού Δουκάτου του Μπενεβέντο υπό τον Δούκα Ρομουαλάντ, γιο του Λομβαρδού βασιλιά Γριμοάλδου. Η Λομβαρδική νίκη σηματοδότησε το τέλος της προσπάθειας για την ανακατάληψη της νότιας Ιταλίας από τον αυτοκράτορα Κώνστα.
Ο βυζαντινός αυτοκράτορας Κώνστας Β' το 662 ξεκίνησε μία εκστρατεία στην Ιταλία με σκοπό να ανακαταλάβει τα χαμένα βυζαντινά εδάφη από τους Λομβαρδούς. Αποβιβάστηκε στον Τάραντα κι κατέκτησε αρχικά τις Νάπολη και την Ρώμη κι έπειτα πολιόρκησε την Μπενεβέντο χωρίς επιτυχία. Έπειτα ο Κώνστας κινήθηκε στην Νάπολη[1] κι έστησε στρατόπεδο στην Φορίνο με διοικητή τον Σαμπούρο. Μαθαίνοντας το ο δούκας της Μπενεβέντο κινήθηκε κατά του βυζαντινού στρατού[2].
Στο πεδίο της μάχης αναφέρεται από τον Παύλο Διάκονο ότι οι Βυζαντινοί παρέταξαν 20.000 άνδρες[3] ενώ είναι άγνωστος ο αριθμός των Λομβαρδών[2]. Στη μάχη οι Λομβαρδοί νίκησαν τους Βυζαντινούς τρέποντας τους σε φυγή, ο Διάκονος αναφέρει έναν Λομβαρδό, τον Αμαλόνγκο που σήκωσε στον αέρα έναν Βυζαντινό με τα δύο του χέρια και τον σκότωσε. Βλέποντας το οι υπόλοιποι φοβήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή[4].
Μετά τη μάχη ο Ρομουαλάντ κατέκτησε αρκετά βυζαντινά εδάφη, και τον Τάραντα, μειώνοντας τα βυζαντινά εδάφη στην Ιταλία[5].. Ο ίδιος ο Κώνστας πήγε στις Συρακούσες, όπου σκόπευε να μεταφέρει την πρωτεύουσα από την Κωνσταντινούπολη, όπου δολοφονήθηκε το 668[6].