Εμβόλιμο δευτερόλεπτο
επιπλέον δευτερόλεπτο που εισάγεται για να κρατά την πολιτική ώρα συγχρονισμένη με την περιστροφή της Γης / From Wikipedia, the free encyclopedia
Εμβόλιμο δευτερόλεπτο (leap second) ονομάζεται η ρύθμιση της προσθήκης ενός δευτερολέπτου (sec), που πραγματοποιείται κατά περίπτωση στην πολιτική ώρα, με βάση τη Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα (Universal Time Coordinated, UTC), ώστε να την κρατά κοντά στον μέσο ηλιακό χρόνο του Γκρήνουιτς. Ο λόγος είναι ότι η περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της έχει επιβραδυνθεί από το έτος 1900 (όταν ορίσθηκε το 1 δευτερόλεπτο ως το 1/86400 της μέσης ηλιακής ημέρας) μέχρι σήμερα (και συνεχίζει να επιβραδύνεται). Επίσης, επειδή υπάρχουν και μικροανωμαλίες στον ακριβή χρόνο περιστροφής της Γης, που δεν ήσαν ανιχνεύσιμες το 1900, αλλά τώρα παρατηρούνται εύκολα με τα ακριβή ατομικά ρολόγια.
Από τη θέσπισή της ήδη, το 1972, η UTC ορίσθηκε ως 10 sec πίσω από τον Διεθνή Ατομικό Χρόνο (TAI). Από τότε, 27 εμβόλιμα δευτερόλεπτα έχουν προστεθεί, ώστε το 2018 η UTC «πάει πίσω» σε σχέση με τον TAI κατά 37 sec.[1]
Η εισαγωγή ενός εμβόλιμου δευτερολέπτου γίνεται μεταξύ του χρόνου 23:59:59 UTC μιας επιλεγμένης ημερομηνίας και του χρόνου 00:00:00 της επόμενης ημερομηνίας. Η τελευταία ημέρα του Δεκεμβρίου και η τελευταία ημέρα του Ιουνίου προτιμώνται, με δεύτερη επιλογή την τελευταία ημέρα του Μαρτίου ή του Σεπτεμβρίου.[2] Μέχρι σήμερα (2017) όλα τα εμβόλιμα δευτερόλεπτα έχουν προστεθεί είτε στις 30 Ιουνίου, είτε στις 31 Δεκεμβρίου. Το επιπλέον δευτερόλεπτο αναγράφεται σε ρολόγια που δείχνουν UTC ως το εξηκοστό (ένδειξη 23:59:60).
Επειδή η ταχύτητα περιστροφής της Γης κυμαίνεται ως απόκριση σε κλιματικά και γεωλογικά συμβάντα[3], τα εμβόλιμα δευτερόλεπτα εισάγονται κατά απρόβλεπτα χρονικά διαστήματα. Η εισαγωγή του καθενός στη UTC αποφασίζεται συνήθως περίπου ένα εξάμηνο ενωρίτερα από τη Διεθνή Υπηρεσία Περιστροφής της Γης και Συστημάτων Αναφοράς (IERS), όποτε πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η διαφορά μεταξύ UTC και UT1 δεν θα υπερβεί το 0,9 sec.[4]