Αφυδάτωση
Στη φυσιολογία, αφυδάτωση είναι η ανεπάρκεια του συνολικού σωματικού ύδατος, με μια συνοδευτική διαταραχή των μεταβολικών διεργασιών. / From Wikipedia, the free encyclopedia
Στη φυσιολογία, αφυδάτωση (dehydration) είναι η ανεπάρκεια του συνολικού σωματικού ύδατος,[1] με μια συνοδευτική διαταραχή των μεταβολικών διεργασιών. Λαμβάνει χώρα όταν η απώλεια ελευθέρου ύδατος υπερβαίνει τη λήψη του ελευθέρου ύδατος, συνήθως λόγω άσκησης, ασθένειας, ή υψηλής περιβαλλοντικής θερμοκρασίας. Η ήπια αφυδάτωση μπορεί επίσης να προκληθεί από διούρηση εμβάπτισης (immersion diuresis), που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο νόσου αποσυμπίεσης (decompression sickness) στους δύτες.
Τα περισσότερα άτομα μπορούν να ανεχθούν μια απώλεια σε ποσοστό 3-4% του συνολικού σωματικού ύδατος (body water) χωρίς δυσκολία ή αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Μείωση 5-8% μπορεί να προκαλέσει κόπωση και ζάλη. Απώλεια πάνω από 10% του συνολικού σωματικού ύδατος μπορεί να προκαλέσει σωματική και νοητική επιδείνωση, συνοδευόμενη από σοβαρή δίψα. Θάνατος συμβαίνει με απώλεια μεταξύ 15-25% του σωματικού ύδατος.[2] Ήπια αφυδάτωση χαρακτηρίζεται από δίψα και γενική δυσφορία και αποκαθίσταται συνήθως με στοματική επανυδάτωση.
Η αφυδάτωση μπορεί να προκαλέσει υπερνατριαιμία (hypernatremia) (υψηλά επίπεδα ιόντων νατρίου στο αίμα) και διαφέρει από την υπογκαιμία (hypovolemia) (απώλεια όγκου αίματος, ειδικότερα πλάσματος αίματος).