Αειπάρθενο της Θεοτόκου
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το αειπάρθενο της Θεοτόκου είναι δόγμα της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (αλλά όχι των περισσότερων Προτεσταντών), σύμφωνα με το οποίο η Μαρία, μητέρα του Ιησού Χριστού ήταν πάντοτε παρθένος, πριν κατά και μετά τη γέννηση του Χριστού.[2][3] Επίσης, ότι δεν γέννησε ποτέ άλλο παιδί εκτός από τον Ιησού.[2] Παρά το ότι η Καινή Διαθήκη αναφέρει αδελφούς του Ιησού (όπως τον Ιάκωβο τον αδελφόθεο)[4], οι Εκκλησίες που αποδέχονται το δόγμα, προσφέρουν άλλες ερμηνείες για αυτό: Η πιθανότερη είναι ότι αυτά τα αδέλφια ήταν παιδιά του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο του. Μπορεί να ήταν επίσης εξάδελφοι του Ιησού, ή απλώς πρόσωπα στενά συνδεδεμένα με την Αγία Οικογένεια.
Από τον 4ο αιώνα το δόγμα υποστηρίχθηκε ευρύτατα από τους Πατέρες της Εκκλησίας, και επικυρώθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους.[5][6][7] Αποτελεί έκτοτε μέρος της διδασκαλίας της Ορθοδοξίας, του Ρωμαιοκαθολικισμού, των Αγγλοκαθολικών, αλλά και των Προχαλκηδόνιων (μονοφυσίτικων) Εκκλησιών (όπως της Κοπτικής). Το γεγονός αυτό εκφράζεται στις Λειτουργίες τους, τα κείμενα των οποίων αναφέρονται επανειλημμένα στη Θεοτόκο ως «αειπάρθενο».[8][9][10]
Ο μεταρρυθμιστής Μαρτίνος Λούθηρος υπεστήριζε το δόγμα, ακόμα και μορφές στα θεμέλια της Αγγλικανικής Εκκλησίας, όπως οι Χιου Λάτιμερ και Τόμας Κράνμερ «ακολούθησαν την παράδοση που είχαν κληρονομήσει, αποδεχόμενοι τη Μαρία ως αειπάρθενο».[11] Ωστόσο, η προτεσταντική θεολογία εγκατέλειψε σε μεγάλο βαθμό το δόγμα. Σήμερα το ασπάζονται ορισμένοι Αγγλικανοί και Λουθηρανοί θεολόγοι.[8][12][13][14] Επιπλέον ο Τζον Γουέσλεϋ, ο ιδρυτής του Μεθοδισμού, πίστευε στην αιώνια παρθενία της Μαρίας.[15]