Έκδυση
From Wikipedia, the free encyclopedia
Έκδυση (ecdysis) γενικά σημαίνει η απόρριψη του καλύμματος. Στη Βιολογία ιδιαίτερα με τον όρο έκδυση εννοείται η ανανέωση, ή μάλλον απότομη απόρριψη του καλυπτήριου συστήματος και των παραγώγων του, που παρατηρείται περιοδικά σε πολλά είδη ζώων όπως π.χ. σε θηλαστικά, πτηνά, ερπετά, αρθρόποδα, σκώληκες κ.λπ.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Η έκδυση αυτών είναι συνήθως συνυφασμένη με την ανάπτυξη, και εξαρτάται από οργανικούς παράγοντες. Ειδικότερα:
- στα ερπετά, η αποβολή του παλαιού δέρματος και η αποκάλυψη ενός νέου.
- στα αρθρόποδα, η αλλαγή του εξωσκελετού
Μερικοί χρησιμοποιούν με τον όρο έκδυση όλη τη διαδικασία από τις πρώτες προετοιμασίες μέχρι τη σκλήρυνση του καινούργιου περιβλήματος, άλλοι μόνο τη φάση της απορρίψεως η οποία είναι και η ορθότερη. Γενικά η όλη διαδικασία της έκδυσης γίνεται συνήθως στο στάδιο λίγο πριν την ενηλικίωση, εξαιτίας της ορμόνης έκδυσης (moulting hormone).